Wolf: Η οδύσσεια της ευρωζώνης δεν έχει τελειώσει ακόμα

Ο πραγματικός κίνδυνος για την ευρωζώνη είναι η απόκλιση στις οικονομικές επιδόσεις των μελών της. Τι αποκαλύπτει η κατάρρευση της ζήτησης και οι αποτυχημένες προσαρμογές στον Νότο. Τα θετικά σημάδια και ο ρόλος της Γερμανίας.

Οι εξελίξεις δοκιμάζουν για άλλη μια φορά την ευρωζώνη. Το τελευταίο σοκ ήρθε από την Ιταλία, όπου η μεγάλη ήττα του Ματέο Ρέντσι στο δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση προκάλεσε την παραίτηση του.
Η Ιταλία, η οποία έχει την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, είναι μια σημαντική χώρα. Η αποχώρηση του κ. Ρέντσι μπορεί να μην αποδειχθεί ένα καθοριστικό συμβάν. Αλλά για όσο καιρό η ευρωζώνη δεν επιτυγχάνει να προσφέρει ευημερία για το μεγαλύτερο τμήμα των πολιτών, θα είναι ευάλωτη σε πολιτικά και οικονομικά σοκ.
Ο εφησυχασμός είναι μοιραίο λάθος.

Τουλάχιστον, τα πράγματα βελτιώνονται. Το πραγματικό ΑΕΠ της ευρωζώνης αναπτύχθηκε με ρυθμό 5,5% το πρώτο τρίμηνο του 2013 και το τρίτο τρίμηνο του 2016. Η ανεργία υποχώρησε από το υψηλό του 12,1% του Ιουνίου του 2013 στο 9,8% του Οκτωβρίου του 2016.
Η ανάπτυξη κινείται σε ρυθμό υψηλότερο του δυνητικού. Ωστόσο, η βελτίωση αυτή δεν έχει αντισταθμίσει το πλήγμα που επέφερε η κρίση του 2008 και η κρίση της ευρωζώνης το 2010-12. Στο τρίτο τρίμηνο του 2016, το συνολικό πραγματικό ΑΕΠ της ευρωζώνης ήταν μόλις 1,8% υψηλότερο από ότι στο πρώτο τρίμηνο του 2008.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η πραγματική εγχώρια ζήτηση στην ευρωζώνη ήταν 1,1% χαμηλότερη το δεύτερο τρίμηνο του 2016 από ότι ήταν το πρώτο τρίμηνο του 2008. Αυτή η ακραία αδυναμία της ζήτησης δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί. Αποτελεί μια γιγαντιαία αποτυχία.
Ένας άμεσος τρόπος για να εντοπιστεί η αδυναμία αυτή είναι σε όρους ονομαστικής ζήτησης. Στο δεύτερο τρίμηνο του 2016, η ονομαστική ζήτηση της ευρωζώνης ήταν μόλις 6,9% υψηλότερη από ότι στο πρώτο τρίμηνο του 2008. Οπότε, πόση θα έπρεπε να ήταν; Ας υποθέσουμε ότι η τάση της πραγματικής ανάπτυξης είναι 1%, ενώ ο στόχος για τον πληθωρισμό είναι κοντά στο 2%. Η ονομαστική ζήτηση θα έπρεπε να αναπτύσσεται με περίπου 3% το χρόνο. Αν οι φορείς άσκησης πολιτικής το είχαν επιτύχει αυτό, η ονομαστική ζήτηση θα είχε αυξηθεί κατά περίπου 28% ανάμεσα στο πρώτο τρίμηνο του 2008 και στο δεύτερο του 2016.
Θα ήταν υπερβολικό να ζητούσαμε κάτι τέτοιο. Αλλά η ονομαστική ζήτηση στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 23% την ίδια περίοδο.
Επιπλέον, η αδύναμη ζήτηση είχε επίσης ισχυρή καθοδική πίεση στον πληθωρισμό. Σε ετήσια βάση ο δομικός πληθωρισμός δεν έχει ξεπεράσει το 2% από τον Ιανουάριο του 2009 και έχει κινηθεί στο 1,2% από τότε.
Μια τεράστια πρόκληση είναι η απόκλιση των οικονομικών επιδόσεων ανάμεσα στα κράτη μέλη του ευρώ, με βαθιές υφέσεις σε αρκετές χώρες (ιδίως στην Ιταλία) και στασιμότητα σε άλλες (ιδίως στη Γαλλία). Σύμφωνα με το ερευνητικό ινστιτούτο, Conference Board, από το 2007 ως το 2016 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε όρους αγοραστικής δύναμης αυξήθηκε κατά 11% στη Γερμανία, έμεινε σχεδόν αμετάβλητο στη Γαλλία και υποχώρησε 8% στην Ισπανία και 11% στην Ιταλία.
Το πιθανότερο είναι πως θα πρέπει να φτάσουμε ως το τέλος της δεκαετίας προτού τα πραγματικά κατά κεφαλήν ισπανικά εισοδήματα επιστρέψουν στα προ κρίσης επίπεδα. Στην Ιταλία, αυτό φαίνεται πολύ δύσκολο να συμβεί πριν από τα μέσα της δεκαετίας του 2020. Η επώδυνη αλήθεια είναι ότι η ευρωζώνη όχι μόνο έχει υποφέρει από αδύναμη συνολικά επίδοση, αλλά έχει επίσης αποδείξει πως είναι μια μηχανή παραγωγής οικονομικών αποκλίσεων ανάμεσα στα μέλη της και όχι σύγκλισης.
Η Ιταλία έχει ένα προβληματικό τραπεζικό τομέα, με περίπου 360 δισ. ευρώ σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Ωστόσο, αυτό είναι κυρίως το αποτέλεσμα μιας βαθιάς και παρατεταμένης οικονομικής κάμψης. Αν αυτή συνεχιστεί, θα δημιουργηθεί και άλλο προβληματικό χρέος. Η αδυναμία να επιτευχθεί μια συμφωνία στο πως θα επιλυθεί η τραπεζική κρίση με τρόπο που από τη μία θα ευθυγραμμίζεται με τους περιορισμούς της ιταλικής πολιτικής πραγματικότητας και από την άλλη με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς για το bail-in αντί για τις κρατικές διασώσεις, είναι ένα καρκίνωμα στο σώμα της ιταλικής πολιτικής.
Μια ενθαρρυντική εξέλιξη ωστόσο, είναι οι ενδείξεις για μετατοπίσεις στην ανταγωνιστικότητα στην ευρωζώνη. Ένας δείκτης είναι οι μισθοί. Πριν από την κρίση, οι μέσοι μισθοί αυξήθηκαν σημαντικά στη Γαλλία, στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία, σε σχέση με αυτούς στη Γερμανία. Αυτό έχει από τότε τουλάχιστον μερικώς αντιστραφεί. Αν δεν αλλάξει κάτι, αυτό θα βοηθήσει να αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της ευρωζώνης.
Εντούτοις, η εξαφάνιση των προ κρίσης ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών στις χτυπημένες από την κρίση χώρες της ευρωζώνης, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κατάρρευση της πραγματικής ζήτησης.
Στο τρίτο τρίμηνο του 2016, η συνολική εγχώρια ζήτηση της Ιταλίας ήταν 10% χαμηλότερη από ότι το πρώτο τρίμηνο του 2008, ενώ της Ισπανίας ήταν κοντά στο 11% χαμηλότερη, ανακάμπτοντας από την πτώση του 19% μετά την κρίση. Η πραγματική ζήτηση της Γερμανίας έχει αυξηθεί κατά 8% την ίδια περίοδο. Αλλά το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει αυξηθεί από το 7% του ΑΕΠ το 2007 σε λίγο κάτω από το 9% το 2016.
Πρόκειται για μια ακόμα αποτυχία της εγχώριας προσαρμογής στην ευρωζώνη και την καθιστά υπερβολικά εξαρτημένη σε μεγάλα εξωτερικά πλεονάσματα.
Ο συνδυασμός αδύναμης συνολικής ζήτησης και των τεράστιων αποκλίσεων στις οικονομικές επιδόσεις καθιστά την ευρωζώνη ευάλωτη στο επόμενο ατύχημα.
Είναι αλήθεια, πως δεν μπορεί να αποκλειστεί μια σταθεροποίηση της κατάστασης. Αλλά οι διασυνδέσεις ανάμεσα σε οικονομικά και χρηματοπιστωτικά γεγονότα και τις πολιτικές πιέσεις είναι απρόβλεπτες και επικίνδυνες.
  • Αυτό που χρειάζεται περισσότερο η ευρωζώνη είναι μια απομάκρυνση από τις πολιτικές της λιτότητας. Στη πιο πρόσφατη έκθεση του για την οικονομία, ο ΟΟΣΑ, απευθύνει μια πειστική (αν και καθυστερημένη) έκκληση για ένα συνδυασμό μιας φιλικής προς την ανάπτυξη δημοσιονομικής επέκτασης με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
  • Είναι κάτι που αφορά ιδίως την ευρωζώνη, γιατί εκεί είναι πιο αδύναμη η ζήτηση και πιο υπερβολικός ο φετιχισμός για τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Στις μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης, οι καθαρές δημόσιες επενδύσεις είναι κοντά στο μηδέν. Αυτό είναι τρέλα.
Δυστυχώς, λίγες είναι οι πιθανότητες για μια αλλαγή. Αυτοί που έχουν επιρροή – η γερμανική κυβέρνηση πάνω από όλους – βλέπουν τον δημόσιο δανεισμό ως μια αμαρτία, ανεξάρτητα από το κόστος. Ο πολιτικός και οικονομικός αντίκτυπος της διάλυσης της ευρωζώνης είναι τόσο μεγάλος που το ενιαίο νόμισμα μπορεί να κρατήσει για πάντα. Αλλά έχει ήδη ταυτιστεί με την παρατεταμένη στασιμότητα. Τα κράτη μέλη που έχουν την δύναμη να αλλάξουν αυτήν την προσέγγιση θα έπρεπε να αναρωτηθούν αν πραγματικά έχει κάποια λογική.
Έχει έρθει η ώρα για την ευρωζώνη, να σταματήσει το ζην επικινδύνως και να αρχίσει να κάνει πιο συνετές επιλογές.
http://www.euro2day.gr/ftcom/ftcom_gr/article-ft-gr/1500975/wolf.html

Σχόλια