Περιμένοντας το μοιραίο...


Toυ Ηλία Δημητρέλλου 

Η κυβέρνηση και κατ’ επέκταση η χώρα σύρεται από Eurogroup σε Eurogroup ελπίζοντας ότι οι δανειστές θα θέσουν ένα τέλος στο μαρτύριο. Η συνεδρίαση «ορόσημο» της 5ης Δεκεμβρίου αποτελεί ήδη παρελθόν, μία νέα ημερομηνία συνεδριάσεως «ανακαλύφθηκε», και παρά τα επικοινωνιακά τρικ, το μήνυμα που όλοι εκτός Ελλάδος στέλνουν, είναι σαφές:




Τα πράγματα, όπως τουλάχιστον εγώ αντιλαμβάνομαι, είναι ιδιαιτέρως απλά. To 3ο Μνημόνιο προβλέπει χρηματοδότηση της Ελλάδος μέχρι το 2018. Μετά σταματά η χρηματοδότηση και η χώρα θα πρέπει να εξεύρει άλλους τρόπους για να εξυπηρετήσει το χρέος της και να καλύψει τυχόν ελλείμματα. Αν δεν καταφέρει να βγει στις αγορές εντός του 2017 και δανειστεί με βιώσιμους όρους, δεν θα υπάρχει άλλη οδός χρηματοδότησης. Η υπογραφή ενός 4ου Μνημονίου κάποια στιγμή στα τέλη του 2018, αρχές του 2019, είναι μια εξέλιξη που ουδείς επιθυμεί να χρεωθεί τώρα.



Για να βγει όμως στις αγορές το 2017 πρέπει προηγουμένως να τις έχει πείσει ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο, συνεπώς ότι δεν έχουν να φοβούνται ότι θα χάσουν τα χρήματά τους δανείζοντας την Ελλάδα.



Οι αγορές, τα μεγάλα funds δηλαδή, θα λάβουν κυρίως υπ’ όψιν τη στάση και τις θέσεις του ΔΝΤ. Αν το ΔΝΤ επιμείνει ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και δεν συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα, ουδείς θα διακινδυνέψει τα χρήματά του σε ένα βαρέλι δίχως πάτο, όπως η Ελλάδα.



Το ΔΝΤ δεν θα συμμετάσχει, αν δεν αποφασιστεί το κούρεμα του ελληνικού χρέους ή έστω να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά του. Οι λύσεις που προτείνουν οι Ευρωπαίοι είναι για το θεαθήναι, ενώ οι δεσμεύσεις της Αθήνας για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ σημαίνουν λιτότητα εις το διηνεκές.

Οι Μέρκελ - Σόιμπλε ούτε που θέλουν να ακούσουν για κούρεμα πριν τις γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο 2017, καθώς οι Γερμανοί ευλόγως θα θεωρήσουν ότι η κυβέρνησή τους, τούς κορόιδεψε όταν είχε υποσχεθεί ότι δεν θα χαθούν τα χρήματά τους δανείζοντας τους Έλληνες.



Ομοίως η ΕΚΤ δύσκολα θα δεχθεί να ενταχθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, αν δεν έχει συμφωνηθεί πειστική λύση του χρέους, καθώς θα κατηγορηθεί ότι φορτώνεται τα junks ελληνικά ομόλογα.

Πολιτική λύση φυσικά και δεν πρόκειται να υπάρξει, αφού money talks που λέμε και στο χωριό μου, συνεπώς το ανωτέρω σενάριο φαντάζει γόρδιος δεσμός. Και η Ελλάδα πληρώνει τις συνέπειες.

Και όλα αυτά ενώ η ύφεση βαθαίνει, χωρίς ακόμη να έχουν εφαρμοσθεί τα φορολογικά και ασφαλιστικά μέτρα του Μαΐου. Στην πραγματική οικονομία δεν κινείται τίποτε και η πλειοψηφία των επιχειρήσεων προσπαθεί να μεταθέσει την επέλευση του μοιραίου. Το πολύ μεγάλο μέρος των εσόδων μας πηγαίνει κατευθείαν για την κάλυψη υποχρεώσεων προς το Δημόσιο.



Φυσικά, η κυβέρνηση έχει αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει προοπτική, γι’ αυτό και καταφεύγει σε μεθόδους αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης διά της παροχολογίας. Καθώς λοιπόν δεν θα επιτευχθεί ούτε η ρύθμιση του χρέους, ούτε η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, ούτε συνακόλουθα και η έξοδος της χώρας στις αγορές το 2018, ένα 4ο Μνημόνιο είναι το πιο πιθανό σενάριο. Φυσικά θα πρέπει να βρεθούν και εκείνοι που θα δεχθούν να μας δανείσουν πάλι. Δύσκολο. Και οι πιέσεις για την έξωση της χώρας από την Ευρωζώνη θα ενταθούν.



Την ίδια στιγμή η κούραση όλων από τα σχεδόν επτά χρόνια Μνημόνιο μας οδηγεί στην άρνηση και την απογοήτευση. Παρά τους κόπους και τις θυσίες η Ελλάδα βρίσκεται σε ακόμη δυσκολότερη θέση. Και περιμένουμε στωικά το μοιραίο που μοιάζει βέβαιο ότι θα επέλθει.



Πηγή :Boulevard μέσω https://kostasxan.blogspot.gr/2017/01/blog-post_10.html
Πηγή
-----------------------------------------

1. Ελλάδα. «Μετατίθεται συνεχώς η χρεοκοπία της»

Άρθρο

Ένα από τα μεγαλύτερα «όπλα ειρηνικής διείσδυσης» της Γερμανίας σε άλλα κράτη είναι ασφαλώς οι εκπτωτικές αλυσίδες της – ειδικά στον κλάδο των Σούπερ Μάρκετ. Οι αλυσίδες αυτές εισβάλλουν και εγκαθίστανται σε διάφορες χώρες, οδηγώντας τους εγχώριους ανταγωνιστές τους στη χρεοκοπία – με τελικό αποτέλεσμα να επιβάλλονται σταδιακά τα γερμανικά προϊόντα.
Η μέθοδος τώρα, την οποία χρησιμοποιούν, δεν διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από αυτήν που χαρακτηρίζει γενικότερα τη χώρα: από το dumping δηλαδή – είτε όσον αφορά τους μισθούς των εργαζομένων, τους οποίους διατηρεί σταθερά πολύ χαμηλότερους από την παραγωγικότητα τους (μισθολογικό dumping, γράφημα), είτε τις τιμές των προϊόντων που πουλάει (τιμολογιακό dumping).
152
Περαιτέρω, όσον αφορά τις εκπτωτικές αλυσίδες λιανικής, χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα και οι δύο τρόποι – όπου με τον πρώτο οι εργαζόμενοι αμείβονται κατά το δυνατόν χαμηλότερα, δουλεύοντας πολύ περισσότερο συχνά χωρίς να πληρώνονται υπερωρίες, ενώ με το δεύτερο διατηρούνται πολύ χαμηλά οι τιμές των προϊόντων, κυρίως στο ξεκίνημα, συνήθως με τη βοήθεια των υπολοίπων αγορών που δραστηριοποιούνται, ειδικά της γερμανικής.
Αυτό σημαίνει ότι οι αλυσίδες, στηριζόμενες στα κέρδη που αποκομίζουν από τις άλλες χώρες που δραστηριοποιούνται, είναι σε θέση να λειτουργούν για ένα χρονικό διάστημα ζημιογόνα – να πουλούν δηλαδή τα προϊόντα τους ακόμη και κάτω του κόστους, έτσι ώστε να κλείνουν τους εγχώριους ανταγωνιστές τους, οι οποίοι δεν έχουν φυσικά ανάλογες δυνατότητες, ειδικά εάν το δικό τους κράτος είναι μικρό.
Εκτός αυτού, οι αλυσίδες πιέζουν σημαντικά προς τα κάτω οι τιμές αγοράς τους, συγκριτικά με τους εκάστοτε ανταγωνιστές τους – αφενός μεν λόγω του όγκου των πωλουμένων προϊόντων, αφετέρου εξαιτίας των μεγάλων χρηματοοικονομικών τους δυνατοτήτων. Τέλος, έχουν την ικανότητα λόγω μεγέθους να εκμεταλλεύονται όλες τις δυνατότητες νόμιμης αποφυγής φόρων, οι οποίες τους προσφέρονται από την πολιτική εξουσία – μεταξύ των οποίων τα κατάλληλα εταιρικά σχήματα, οι φορολογικοί παράδεισοι κοκ.
Λογικά λοιπόν αυξάνουν συνεχώς τα υποκαταστήματα, το τζίρο και την κερδοφορία τους, αδιαφορώντας συχνά για την ποιότητα των προϊόντων που προσφέρουν – ειδικά σε χώρες που είναι βυθισμένες στην κρίση, επειδή οι εγχώριοι καταναλωτές εκτιμούν μεν την ποιότητα, αλλά δεν μπορούν να δώσουν τα χρήματα που κοστίζει.
Γνωρίζουν φυσικά ότι, ένας από τους τρόπους διαφυγής από την κρίση είναι η κατανάλωση των προϊόντων της χώρας τους (άρθρο) – αφού μόνο έτσι στηρίζεται η εγχώρια παραγωγή, δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, δεν οδηγούνται τα χρήματα τους στο εξωτερικό επιδεινώνοντας την κατάσταση τους κοκ.. Δυστυχώς όμως δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά – λόγω των χαμηλών εισοδημάτων τους.
Ο όμιλος Schwarz
Ανεξάρτητα τώρα από όλα αυτά και χωρίς να κατηγορούμε καμία αλυσίδα, αφού κάνουν τη δουλειά τους όπως αυτές νομίζουν, καθώς επίσης όσο καλύτερα μπορούν, ένας από τους μεγαλύτερους ομίλους λιανικής της Γερμανίας είναι αυτός του κ. Schwarz – η αυτοκρατορία του οποίου είναι τεράστια.
Ειδικότερα, η εταιρεία χονδρικών πωλήσεων KAUFLAND δραστηριοποιείται σε επτά ευρωπαϊκές χώρες, με περίπου 1.230 καταστήματα – ενώ η επιχείρηση λιανικής LIDL ευρίσκεται σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη, διαθέτοντας περί τα 10.000 καταστήματα.
Συνεχίζοντας, παρά τις τιμολογιακές μάχες με τους ανταγωνιστές του, καθώς επίσης την ύφεση και το χαμηλό πληθωρισμό, ο τζίρος του ομίλου αυξήθηκε κατά 8% το 2015/16 – στα συνολικά 85,7 δις €, εκ των οποίων τα 64,6 δις € αφορούν τη LIDL. Για σύγκριση ο τζίρος του ομίλου, ο οποίος απασχολεί 375.000 άτομα είναι όσο περίπου το 50% του ΑΕΠ της Ελλάδας – οπότε εύκολα κατανοεί κανείς τη δύναμη του.
Όσον αφορά τα κέρδη του δεν δημοσιοποιούνται, αν και ορισμένοι τα υπολογίζουν στο 1,6 δις € (πηγή) – ενώ, σύμφωνα με το Forbes, η περιουσία του κ. Schwarz είναι της τάξης των 16,4 δις $, γεγονός που τον κατατάσσει στην 47η θέση των πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη.
Αρκετοί κατηγορούν τώρα την επιχείρηση, ισχυριζόμενοι ότι κερδίζει εις βάρος των άλλων – με την έννοια ότι το τεράστιο μέγεθος που έχει, της προσφέρει τη δυνατότητα να υπαγορεύει στους προμηθευτές της τις τιμές αγοράς που η ίδια θέλει. Για παράδειγμα, το περασμένο καλοκαίρι η LIDL πουλούσε το ένα κιλό πλήρες γάλα στη Γερμανία μόνο έναντι 46 Σεντ – ενώ οι παραγωγοί κέρδιζαν μόλις 23 Σεντ ανά λίτρο αδυνατώντας να επιβιώσουν, από 40 Σεντ προηγουμένως.
Κάτι ανάλογο ισχύει για το κρέας, η τιμή του οποίου από τις εκπτωτικές αλυσίδες θεωρείται πως μπορεί να εξασφαλισθεί μόνο με μαζική κτηνοτροφία, με περιβαλλοντικές καταστροφές, καθώς επίσης με πολύ χαμηλούς μισθούς των σφαγείων – με αποτέλεσμα να εξαφανίζονται η μία μετά την άλλη οι μικρές παραγωγικές επιχειρήσεις αντικαθιστάμενες από πολύ μεγαλύτερες, αφού διαφορετικά δεν μπορούν να επιβιώσουν.
Περαιτέρω, οι αλυσίδες εκμεταλλεύονται πολλά άλλα πράγματα για να αυξάνουν τη δύναμη τους – όπως στο παράδειγμα της Ρουμανίας, όπου η LIDL εισέπραξε ένα «δάνειο αναπτυξιακής βοήθειας» ύψους 67 εκ. $ για να ανοίξει εννέα καταστήματα (πηγή)! Εν προκειμένω μάλλον συνέβη το γνωστό, όπου η Κομισιόν ή κάποιος άλλος διεθνής οργανισμός βοηθάει να αναπτυχθεί μία φτωχή χώρα παρέχοντας της ειδικά δάνεια ή επιδοτήσεις – οι οποίες τελικά επιστρέφουν έμμεσα πίσω.
Το δάνειο αυτό πάντως εγκρίθηκε στη LIDL με στόχο να αυξηθεί ο αριθμός των εγχώριων προμηθευτών, καθώς επίσης για να δημιουργηθούν νέα κανάλια διανομής για τους παραγωγούς τροφίμων της Ρουμανίας – αν και τελικά συνέβη το αντίθετο σύμφωνα με το Γερμανικό Ραδιόφωνο (πηγή), με βάση το οποίο «Η Monsanto και η LIDL εκτοπίζουν τις λαϊκές αγορές«. Όπως αναφέρεται δε σε μία συνέντευξη μίας Ρουμάνας εμπόρου,
«Oι LIDL and Co. ήλθαν εδώ με προϊόντα χωρίς ποιότητα, τα οποία ήταν φθηνότερα από τα ρουμάνικα. Πρόκειται για κακά προϊόντα, με πολλά συντηρητικά. Τα δικά μας φρούτα και λαχανικά, τα οποία είναι υψηλότερης ποιότητας οπότε λίγο πιο ακριβά, δεν μπαίνουν καν στα ράφια τους«.
Όσον αφορά τώρα την εταιρική δομή που χρησιμοποιούν οι ιδιοκτήτες αυτών των αλυσίδων για να αυξήσουν την περιουσία τους, στο παράδειγμα του κ. Schwarz τόσο η KAUFLAND, όσο  και η LIDLλειτουργούν ως «Ίδρυμα και συνεργάτες ΕΕ» (Stiftung & Co. KG) – ιδιοκτήτης των οποίων είναι η «Συμμετοχική εταιρεία Schwarz».
Σε αυτήν την εταιρεία το 99,9% των μετοχών ανήκουν στο «Ίδρυμα D. Schwarz» (DSS), το οποίο ιδρύθηκε το 1999 – ενώ το υπόλοιπο σε ένα τραστ του ιδίου. Ως εκ τούτου, σχεδόν όλα τα κέρδη των καταστημάτων της KAUFLAND και της LIDL εισρέουν στο ίδρυμα – το οποίο είναι καταχωρημένο ως «κοινής ωφελείας» (charitable, non profit)!
Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, στις οποίες εμπλέκονται προφανώς και πολιτικά πρόσωπα, αφού δεν λειτουργεί μόνο ο κ. Schwarz έτσι αλλά πολλοί άλλοι επιχειρηματίες, με τα προνόμια που τους εξασφαλίζει η Πολιτική, συμπεραίνεται εύκολα πως οι εγχώριες εταιρείες δεν μπορούν να ανταγωνισθούν αυτά τα μεγαθήρια – μέσω των οποίων εισρέουν τα χρήματα πολλών χωρών στη Γερμανία και αλλού, προωθούνται τα δικά της προϊόντα, δημιουργούνται εκεί θέσεις εργασίας, διενεργούνται επενδύσεις που αυξάνουν την ανταγωνιστικότητα των εργαζομένων της κοκ.
Επίλογος  
Ολοκληρώνοντας, δεν είναι μόνο η δομή της Ευρωζώνης υπεύθυνη για τα προβλήματα των αδύναμων χωρών αλλά, επί πλέον, το μέγεθος των επιχειρήσεων των μεγάλων κρατών, καθώς επίσης οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν – ενώ η δραστηριοποίηση τους αυξάνει τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αρκετών κρατών, τροφοδοτώντας ταυτόχρονα τα ήδη τεράστια πλεονάσματα της Γερμανίας.
Λογικά λοιπόν κάποια στιγμή οι αδύναμες χώρες υπερχρεώνονται, αδυνατώντας να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους, οπότε μετατρέπονται σε θύματα λεηλασίας – ακόμη και αυτές που λειτουργούν σωστά, από την πλευρά του δημοσίου ή/και των εγχωρίων επιχειρήσεων.
Αλέξης Ζακυνθινός 
 

Σχόλια